Ο ακτιβιστικός αγώνας των γάλλων οροθετικών της δεκαετίας του 1990, σε έναν εξαιρετικά δομημένο συνδυασμό του ατομικού και μύχιου με το ευρύτερα πολιτικό, που υπηρετείται από αξιομνημόνευτες ερμηνείες.

Η τρίτη ταινία του Καμπιγιό –που κέρδισε Αργυρό Φοίνικα και βραβείο FIPRESCI στις Κάννες– εκτυλίσσεται στο Παρίσι των αρχών του 1990. Μια δεκαετία μετά τον προσδιορισμό του Συνδρόμου Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας, το γαλλικό παρακλάδι της ακτιβιστικής οργάνωσης Act Up συνεδριάζει, στήνει δράσεις, εκδίδει ανακοινωθέντα, κάνει σαματά και γενικά πασχίζει να ακουστεί η φωνή των οροθετικών, απαιτώντας από τις μεν φαρμακοβιομηχανίες να επισπεύσουν την παραγωγή των νέων βελτιωμένων φαρμάκων, από την δε πολιτεία να εντείνει την καμπάνια ενημέρωσης για ασφαλές σεξ και σωστή ενδοφλέβια χρήση. Εκείνα τα χρόνια, όμως, το AIDS ήταν στα μάτια του κόσμου απόλυτα συνυφασμένο με την ομοφυλοφιλική κοινότητα –κυνηγάν εμμονικά ακόλαστες ηδονές, άρα καλά να πάθουν, τα ‘θελε ο κώλος τους… Ο Καμπιγιό, που διετέλεσε μέλος στην ιατρική επιτροπή της οργάνωσης, καταγράφει με ντοκιμενταρίστικη αληθοφάνεια και αμεσότητα τις ζωηρές (και ανοιχτές στον καθένα) συνελεύσεις της Act Up (θαυμάσια η σκηνή με τις προτάσεις για νέα σλόγκαν ενόψει Gay Pride), καθώς και διάφορες δράσεις με «αιματοβαμμένα» ντου σε φαρμακοβιομηχανίες και άλλα συναφή. Δεν είναι όλα ρόδινα στον κόσμο της οργάνωσης: παίζουν ανταγωνισμοί, γκρίνιες, κακιούλες… Επίσης, δεν είναι όλα κατηφή ή καταγγελτικά. Κάθε άλλο: η ταινία αγκαλιάζει ένα παιχνιδιάρικο, αποφορτιστικό χιούμορ με κάθε ευκαιρία –ακόμη και στις πιο τραγικές στιγμές της. Και βέβαια, η δράση της Act Up δεν αφορά μόνο τους γκέι: η μάνα (Βινιατιέ) ενός έφηβου αιμοφιλικού, που νόσησε εξαιτίας μολυσμένου νοσοκομειακού αίματος, είναι πάντα παρούσα στις συνελεύσεις.

Το κορυφαίο, όμως, επίτευγμα του Γαλλομαροκινού σκηνοθέτη είναι ότι δίπλα στις πολυπρόσωπες σκηνές συνόλου, δίπλα στον ακτιβιστικό αγώνα και τις κοινωνικοπολιτικές του προεκτάσεις, φυτεύει μια τελείως αληθινή ερωτική ιστορίαˑ που ανθίζει οδηγώντας προς το συνταρακτικό –καίτοι, όχι απροσδόκητο– φινάλε. Είναι η ιστορία του ωραίου και νεοφερμένου στην οργάνωση, Νατάν (Βαλουά, πολύ καλός) με τον νευρώδη και δραστήριο «παλιοσειρά», Σον (Μπισκαγιάρ, καταπληκτικός). Βλέπουμε το φλερτ, τους χορούς στο κλαμπ, τις συζητήσεις, και κάτι εξαιρετικά καλαίσθητες σκηνές σεξ (ή… υποβοηθούμενης σεξουαλικής εκτόνωσης στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, ας πούμε) μεταξύ του οροθετικού και ήδη εξασθενημένου Σον, και του Νατάν, που δεν είναι καν φορέας. Και παρά το ότι πρόκειται για ταινία εξόχως πολιτική –και κατ’ επέκταση, διαφωτιστική– είναι αυτή η παλλόμενη προσωπική ιστορία που κάνει την καρδιά της να χτυπά με (μίνιμουμ) 120 παλμούς το λεπτό.

Γεμάτη με μικρές ποιητικές (μα καθόλου λυρικίζουσες) λεπτομέρειες –από τα μόρια σκόνης στην πίστα του κλαμπ που μεγεθύνονται και παίρνουν σχήμα κυττάρου, έως τον κατακόκκινο Σηκουάνα που παραπέμπει στα θύματα της νόσου– η ταινία του Καμπιγιό είναι ένα συναρπαστικό, ουμανιστικό πολιτικοκοινωνικοερωτικό δράμα που αφορά τον καθένα. Αν, μάλιστα, είχε συμμαζέψει τη διάρκειά του περικόπτοντας τις λίγο-πολύ επαναλαμβανόμενες διαδικασίες των συνελεύσεων, θα μιλούσαμε για μια εξαιρετική ταινία.

 

πηγή: tospirto.net